Πάρις Δόμαλης, απόφοιτος 2019, Β’ Αρσάκειο Λύκειο Ψυχικού, φοιτητής Νομικής ΕΚΠΑ
– Λοιπόν Πάρι, είσαι από τους νεότερους αποφοίτους των Αρσακείων και μαθαίνουμε για σένα λόγω της έντονης δημόσιας κινητικότητάς σου. Πες μας πότε γεννήθηκες και από πότε ήσουν μαθητής του Αρσακείου;
Γεννήθηκα τον Μάιο του 2001 και μέχρι το γυμνάσιο πήγαινα στο δημοτικό σχολείο της γειτονιάς μου, στο 9ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών. Το 2013, οπότε και ήρθα στο Αρσάκειο, ήταν μια χρονιά-ορόσημο για εμένα. Ήταν τομή πιστεύω˙ η ζωή μου θα ήταν πολύ διαφορετική αν οι γονείς μου δεν είχαν κάνει αυτή την επιλογή. Αλλά οφείλω να πω ότι είχα πάντα τη στήριξη της ευρύτερης οικογένειάς μου, ανθρώπους που πάντα νοιάζονταν, αληθινούς συνοδοιπόρους.
– Όταν λες τομή, τι εννοείς;
Όσο ήμουν στο δημοτικό ήμουν άριστος μαθητής, χωρίς να καταβάλλω ιδιαίτερο κόπο. Δεν υπήρχε υψηλός ανταγωνισμός ούτε ενδιαφέρον απ’ όλους τους δασκάλους. Ωστόσο θυμάμαι πολύ όμορφα αυτά τα χρόνια, ξέγνοιαστα και με πολύ ποδόσφαιρο! Προσγειώθηκα σ’ άλλο κόσμο ερχόμενος στο Αρσάκειο. Θυμάμαι ότι δεν ήξερα καν τι είναι το Power Point, όταν οι συμμαθητές μου είχαν κάνει δεκάδες παρουσιάσεις, εργασίες και άλλα διάφορα εντυπωσιακά πράγματα. Ομολογώ ότι ένιωθα και κάπως αμήχανα μ’ όλα αυτά τα κενά που είχα, οπότε έπεσα με τα μούτρα στο διάβασμα για να τα καλύψω.
– Στο γυμνάσιο αξιοποίησες τις ευκαιρίες που δίνονται στα παιδιά;
Για να είμαι ειλικρινής, όχι. Δεν πήγα σε MUΝ, άλλα συνέδρια που κατά καιρούς διοργανώνονταν και εκδηλώσεις πάσης φύσεως. Με μερικές εξαιρέσεις βέβαια. Θυμάμαι συμμετείχα σε χορωδία βυζαντινής μουσικής –παρακολουθούσα για δύο χρόνια τον απογευματινό όμιλο–, είχα χορέψει παραδοσιακούς χορούς σε γιορτές. Η αλλαγή έγινε με τους Αγώνες Λόγου και Τέχνης. Στο Γυμνάσιο συμμετείχαν σε αυτούς κάποιοι μαθητές από κάθε τάξη, οι οποίοι φαντάζομαι ότι επιλέγονταν κατά τεκμήριο με κριτήριο το ενδιαφέρον τους και για τέτοιου είδους εκδηλώσεις. Μ’ έναν περίεργο τρόπο στην Γ΄ γυμνασίου χώθηκα κι εγώ στο θέατρο στη διάρκεια μιας τέτοιας εκδήλωσης. Πιθανότατα θα ήθελα να χάσω μάθημα. Παρ’ όλα αυτά παρακολούθησα με τεράστιο ενδιαφέρον τη συζήτηση. Και φυσικά ήταν ιδιαίτερη τιμή όταν το Σχολείο με προσκάλεσε πέρυσι ως κριτή των Αγώνων και είχα την ευκαιρία να μιλήσω στα παιδιά και να βρεθώ ανάμεσα σε τόσο σπουδαίους ανθρώπους. Δεν θα ξεχάσω την αγαπητή μου φιλόλογο κ. Μπουζινέλου που μας είχε πει «παιδιά είναι μεγάλη ευκαιρία να συμμετάσχετε στους Αγώνες, όχι για να κερδίσετε βραβεία ή γιατί είστε ή θέλετε να γίνετε ποιητές, αλλά μόνο και μόνο που ο Μιχάλης Γκανάς θα διαβάσει το ποίημά σας είναι τεράστια τιμή». Οπότε με τη λογική «γιατί όχι;» έγραψα ένα ποίημα και εγώ. Δεν διακρίθηκε φυσικά, αλλά ξαναπήγα και την επόμενη χρονιά στην εκδήλωση απονομής των βραβείων και έτσι είχα την ευκαιρία να εμπλακώ λίγο περισσότερο στη διαδικασία.
– Το έναυσμα για να ασχοληθείς με το σινεμά ποιο ήταν;
Όταν ήρθα στο Αρσάκειο στο γυμνάσιο δεν ήμουν και τόσο καλός μαθητής. Στο μεταξύ όμως προετοιμάστηκα και μπαίνοντας στο λύκειο ήμουν άριστος. Δεν ήξερα τι ήθελα να σπουδάσω, δεν είχα καμία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Είχα διάφορες εσωτερικές αναζητήσεις, πάντα ένιωθα ότι κάτι θέλω να κάνω, αλλά δεν ήξερα τι. Οι μόνες εξωσχολικές δραστηριότητες ήταν το Λύκειο Ελληνίδων, όπου χόρευα για δώδεκα χρόνια, και το skate, που κατά τα γυμνασιακά χρόνια μονοπωλούσε τα Σαββατοκύριακά μου. Μέχρι και στο Σχολείο το έφερνα! Μάλλον κατά τύχη ασχολήθηκα με τον κινηματογράφο: Είχαμε δει με τον ξάδερφό μου το «Έγκλημα στο Νείλο», ταινία του 1978 με τον Πίτερ Ουστίνοφ. Και μου λέει «δεν γυρνάμε και εμείς μια ταινία;». Η απάντησή μου ήταν φυσικά θετική.
– Έβλεπες σινεμά συστηματικά μέχρι τότε;
Είχα δει ελάχιστες ταινίες. Σινεμά πήγαινα το πολύ μία φορά τον μήνα. Απλώς με τον ξαφνικό έρωτά μου με το σινεμά άλλαξαν πολλά. Το πώς γυρίζεται μια ταινία έγινε στόχος ζωής. Εισέπραττα τεράστια ικανοποίηση. Κράταγα σημειώσεις μέσα στο μάθημα, στο σχολικό, παντού. Ειδικά στα τέλη της Α’ λυκείου έγραφα σενάρια, ετοίμαζα ταινίες να γυρίσω το καλοκαίρι και αναλάμβανα όλο το στήσιμο μαζί με τον πολύ καλό μου φίλο Σπύρο Γιαννόπουλο. Μη φανταστείτε τρομερά πράγματα, αλλά είχαμε μεράκι. Αυτό μετά από χρόνια το αναγνωρίζω. Όμως είχαμε κάνει μια συμφωνία με τους γονείς μου: ήμουν ελεύθερος να ασχολούμαι με ό,τι θέλω αλλά όχι εις βάρος του σχολείου, το οποίο είχα παραμελήσει λίγο στο μεταξύ. Είχαμε συμφωνήσει λοιπόν να μη γυρίζω ταινίες στη μέση της χρονιάς. Είχα γράψει όμως κάτι και ήθελα τόσο πολύ να το κάνω ταινία που τους έλεγα ότι βγαίνω με δυο φίλους να φάμε και εγώ γύριζα ταινία! Μάλιστα για να μη με καταλάβουν είχα κρύψει την κάμερα και το τρίποδο στο θυρωρείο της πολυκατοικίας που μένουν ο παππούς και η γιαγιά μου. Όλα αυτά γύρω στον Μάρτιο του 2017.
– Ωστόσο πέρασες στη Νομική. Αυτό πώς το επέλεξες;
Σεπτέμβριο 2017 έπρεπε να διαλέξω την κατεύθυνσή μου. Είπα ότι μέσα στο καλοκαίρι θα το σκεφτόμουν, αλλά δεν πρόλαβα να σκεφτώ τίποτα. Γύρισα δύο ταινίες και παραλίγο να έκανα και τρίτη. Οπότε πήγα λίγο στα τυφλά. Ιούνιο 2017 ο κατά δύο χρόνια μεγαλύτερος αδερφός μου δεν πέρασε στη Νομική Κομοτηνής για 37 μόρια. Και αποφάσισε να ξαναδώσει Πανελλήνιες. Και τον θαύμασα. Ειλικρινά. Και είπα να πάω και εγώ Νομική. Εξίσου αποφασισμένος. Αν δεν πέρναγα, θα ξαναέδινα. Δεν με ενδιέφερε κάτι άλλο από τη θεωρητική κατεύθυνση. Δεν θα έλεγα όμως ότι ήταν επιλογή μου τα Νομικά. Σίγουρα ήθελα να σπουδάσω σινεμά και το είχα αποφασίσει. Αρχικά δεν ήθελα να δώσω καν Πανελλήνιες. Ευτυχώς δεν με άφησαν οι γονείς μου! Θα τους ευγνωμονώ πάντα γι’ αυτό. Χρειάζεται και ένα φρένο…
– Γύρισες και άλλες ταινίες στο Σχολείο;
Άλλες δύο. Δύο ταινίες καθώς ήθελα να συμμετάσχω και τις υπόλοιπες χρονιές στους Αγώνες Λόγου και Τέχνης. Το «Πάνω από την Πόλη», το 2018 στη Β’ λυκείου, σε στενή συνεργασία με τον Σπύρο Γιαννόπουλο, η οποία απέσπασε το Β’ βραβείο, και το 2019, στην Γ΄ λυκείου πια, την «Τράπουλα», που πήρε το Α’ βραβείο. Και θέλω να αναφέρω τους καλούς φίλους που άκουσαν την ιδέα και θέλησαν να βοηθήσουν, τους: Γρηγόρη Τσακατάρα, Δημήτρη Νάτση και τον Ακύλα Ζαχαριάδη, τόσο σπάνιο φίλο που δυστυχώς δεν είναι πλέον ανάμεσά μας.
– Πέρασες στη Νομική λοιπόν και παράλληλα συνέχισες την ενασχόληση με το σινεμά;
Γράφτηκα στη Σχολή Σταυράκου και πήγαινα παράλληλα με τη Νομική. Πρωί στη Σόλωνος και απόγευμα στην Πατησίων. Ήταν αρκετά απαιτητικό. Παράλληλα, ήδη από το καλοκαίρι έγραφα ένα σενάριο ταινίας μεγάλου μήκους, ενώ είχα ξεκινήσει, τον Νοέμβριο του 2019 πλέον, και ένα σενάριο για ταινία μικρού μήκους. Αυτό το σενάριο, σε συνεργασία με τον διευθυντή φωτογραφίας και συμπαραγωγό, και πλέον πολύ καλό φίλο, Μάριο Λανταβό, έγινε η ταινία «Το ποδήλατο». Η ταινία γυρίστηκε όταν τελείωνα το πρώτο έτος, τον Ιούνιο του 2020. Παρουσιάστηκε σε μερικά φεστιβάλ και τώρα σχεδιάζουμε να τη στείλουμε σε κάποια ακόμη. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν θετική και η ταινία ξεπέρασε τις δέκα χιλιάδες προβολές. Κουραστήκαμε αρκετά να την κάνουμε, να κάνουμε πρόβες, να την οργανώσουμε, να τη γυρίσουμε, να τη μοντάρουμε, αλλά άξιζε τον κόπο. Βλέποντας όμως πόσο δύσκολο είναι να γίνει μια ταινία με πιο επαγγελματικούς όρους, τολμώ να πω ότι απογοητεύτηκα. Στο μεταξύ είχα αρχίσει να γράφω και κριτικές για ταινίες, οπότε αυτό με οδήγησε πιο γρήγορα στην απομάκρυνση από το εφαρμοσμένο σινεμά, να το πω έτσι.
– Αλήθεια, τι κριτικές έγραφες;
Μια μέρα που δεν είχα τι να κάνω, στην πρώτη καραντίνα, είπα να γράψω μια κριτική για τους «12 Ενόρκους». Κυρίως για να δοκιμάσω αν μπορούσα να το κάνω, γιατί πάντα διάβαζα κριτικές πριν πάω σινεμά, που στο μεταξύ είχα γίνει φανατικός. Πέρασα τέσσερα χρόνια πολύ εντατικών ρυθμών στο σινεμά, που θυμίζει παλιότερες εποχές όταν οι φοιτητές κυρίως ξημεροβραδιάζονταν στους κινηματογράφους. Όταν λοιπόν ολοκληρώθηκε το κείμενο λέω «ωραίο είναι, γιατί δεν το στέλνω κάπου;». Το έστειλα, άρεσε και άρχισε μια τακτική συνεργασία με την ιστοσελίδα atheniantimes.gr, συνιδρυτές της οποίας είναι επίσης δύο απόφοιτοι του Αρσακείου Ψυχικού. Όταν ξεπέρασα τα τριάντα κείμενα, θέλησα να κάνω κάτι διαφορετικό.
| Μπορείτε να διαβάσετε όλες τις κριτικές κινηματογράφου του Πάρι Δόμαλη εδώ: https://atheniantimes.gr/author/paris-dom/
– Θέλησες δηλαδή να αλλάξεις πίστα πάλι.
Κάπως έτσι. Ως μαθητής είχα περάσει και από το φροντιστήριο «Ηράκλειτος», στην οδό Κωλέττη, για τα μαθήματα της Ιστορίας και των Λατινικών. Με καλούσαν λοιπόν, αφού αποφοίτησα φυσικά, να επιτηρώ τα παιδιά στο κυριακάτικο διαγώνισμα. Έχω περάσει πολλά τρίωρα έτσι. Για να περνάει η ώρα μου συνήθως διάβαζα. Μια μέρα λοιπόν μου είχε δώσει η μητέρα μου το «Ωσεί Παρόντες» της Όλγας Μπακομάρου και διάβασα μερικές τρομερές συνεντεύξεις. Και λέω «γιατί να μην το κάνω και εγώ;». Και έτσι συνάντησα τον Χρήστο Χωμενίδη [ https://atheniantimes.gr/i-zoi-einai-mia-chaotiki-exisosi-o-syngrafeas-christos-chomenidis-se-mia-synentefxi-stous-athenian-times/ ].
– Και η συνεργασία με την Athens Voice πώς προέκυψε;
Μια όμορφη βραδιά, τον Ιούλιο του 2021, πήγαμε με τον Ακύλα σ’ ένα εστιατόριο πίσω από το Χίλτον να φάμε. Όταν λοιπόν η κουβέντα πήγε στις συνεντεύξεις εγώ του εξέθεσα τον προβληματισμό μου. Του είπα ότι θα ήθελα να δουλέψω για μια εφημερίδα και ότι σκεφτόμουν την Athens Voice, αλλά δεν είχα κάποια γνωριμία ώστε να έρθω σε επαφή. Προηγουμένως μου είχε διηγηθεί με τον πολύ γλαφυρό τρόπο του την περιπέτειά του σ’ ένα εστιατόριο όπου ήθελε να δουλέψει. Απλώς άνοιξε την πόρτα, μπήκε μέσα και ζήτησε να δει τον σεφ. Μάλιστα δεν είχε καταλάβει πού είχε μπει και μέχρι να έρθει ο σεφ κοίταζε τα βραβεία στους τοίχους και σκέφτηκε να φύγει! Εκτός του ότι δεν είχε ελπίδες να τον πάρουν, όπως μου είπε, ντράπηκε που θα ερχόταν ο σεφ ενός εστιατορίου με βραβείο και όνομα και θα τον έβλεπε. Ωστόσο εκείνος τον εκτίμησε πολύ. Είμαι σίγουρος ότι του αναγνώρισε το ήθος και την καλοσύνη που είχε παρά το όποιο «θράσος», το οποίο βέβαια του επέτρεπε να κάνει αυτά τα παρακινδυνευμένα για εμένα πράγματα. Όνειρό του ήταν να γίνει σεφ και το κυνηγούσε πολύ. Φυσικά τον πήραν να δουλέψει! Μου είπε λοιπόν να κάνω το ίδιο. Του είπα ότι δεν μοιάζουμε σ’ αυτό, ότι εγώ ντρέπομαι και δεν θα το έκανα ποτέ, αλλά του είπα ακόμα ότι ευχόμουν να μπορούσα. Είχα τρομερή συστολή σε τέτοια πράγματα. Αυτή ήταν η τελευταία μας συνάντηση. Όταν έμαθα ότι πέθανε, αποφάσισα να κάνω κάτι που θα χαιρόταν στ’ αλήθεια αν το μάθαινε. Κάτι για να τιμήσω τη μνήμη του ακολουθώντας το παράδειγμά του. Πήρα τηλέφωνο και ζήτησα να δω τον εκδότη της εφημερίδας. Ο Φώτης Γεωργελές είναι σπάνιος άνθρωπος και τον εκτιμώ βαθύτατα, παρότι τον έχω δει ελάχιστες φορές. Τον γνωρίζω κυρίως από τα κείμενά του. Ωστόσο είχαμε μια πολύ έντιμη συζήτηση και μου μίλησε ανοιχτά. Δεν ήταν εύκολο να του εξηγήσω τι ήθελα να κάνω, ήμουν 20 χρόνων και ο άνθρωπος είχε τις επιφυλάξεις του. Υπερέβην τον εαυτό μου για να γίνει αυτή η συνάντηση και σας το λέω ειλικρινά: Ήμουν σίγουρος γι’ αυτό που ήθελα να κάνω, αλλά είχα πολύ άγχος.
– Η πρώτη σου συνέντευξη για την εφημερίδα ποια ήταν;
Πέτρος Τατσόπουλος. Τέλη Οκτωβρίου 2021, στο διαμέρισμά του, είχαμε μια μακρά συζήτηση. Ένας εντυπωσιακά ευφυής άνθρωπος με τρομερές γνώσεις και απίστευτη αίσθηση του χιούμορ.
| Μπορείτε να διαβάσετε όλες τις συνεντεύξεις του Πάρι Δόμαλη εδώ: https://www.athensvoice.gr/contributors/21471/paris-domalis/
– Μετά τι ακολούθησε;
Ακολούθησαν αρκετά ονόματα και συναντήσεις. Αφηγήσεις, λογοτεχνικές περισσότερο, θα ήθελα να κάνω με τις προσωπικότητες με τις οποίες συνομιλώ, που είναι πραγματικά ήρωες βιβλίων! Θα ήθελα πολύ να πάρω συνέντευξη και από πολιτικούς. Τώρα που περνάει ο καιρός και τα σκέφτομαι περισσότερο, ίσως στράφηκα στις συνεντεύξεις για δύο λόγους. Αφενός γιατί πάντα μου άρεσε να ακούω αρκετά και να συζητάω με οποιονδήποτε, αφετέρου γιατί ήθελα να συναντήσω από κοντά τα πρότυπά μου. Ανθρώπους δηλαδή που διαβάζω, ακούω, με εμπνέουν, με εμψυχώνουν, με συγκινούν, ανθρώπους των οποίων το έργο θαυμάζω απεριόριστα. Δεν χρειάζεται απαραίτητα να συμφωνείς μαζί τους ή να τους συμπαθείς. Κατά την άποψή μου αρκεί να είναι σημεία αναφοράς για τη σκέψη σου.
– Ποιο στυλ συνέντευξης σου αρέσει;
Επειδή κυκλοφορούν αμέτρητες συνεντεύξεις –και υπάρχει σήμερα πληθώρα στην τηλεόραση, στα ραδιόφωνα, στις εφημερίδες, στα σάιτ–, προσπαθώ να συζητώ θέματα εκτός της δουλειάς τους. Μ’ έναν συγγραφέα δηλαδή δεν θέλω να συζητήσω για το βιβλίο που έγραψε, αυτό μπορούμε να το αγοράσουμε και να το διαβάσουμε. Προτιμώ να τον ρωτήσω γιατί επέλεξε τις λέξεις ως μέσο έκφρασης και όχι τις νότες. Αν διδάσκεται η γραφή, αν όλοι είμαστε δυνάμει συγγραφείς, ποιος είναι καλός συγγραφέας, πώς τα έργα κερδίζουν το στοίχημα του χρόνου. Νομίζω ότι απλώς εξωτερικεύω εσωτερικούς μου προβληματισμούς, ερωτήματα που έθετα και στους φίλους μου όταν βγαίναμε και συζητούσαμε για σινεμά επί παραδείγματι. Θέλω να δω πώς βλέπουν αυτοί οι σπουδαίοι άνθρωποι τον κόσμο, πώς βλέπουν τον εαυτό τους μέσα σ’ αυτόν. Και, ιδανικά, θα ήθελα να βγαίνει και κάτι καινούργιο. Μου λένε αρκετοί «δεν ήξερα ότι ο Τάκης Θεοδωρόπουλος πίστευε αυτό, θα αρχίσω να τον διαβάζω, θα αγοράσω τα βιβλία του». Πιστεύω ότι η καλύτερη συζήτηση προϋποθέτει έναν παθιασμένο συζητητή, που ξέρει να ακούει, ξέρει να παίζει το πινγκ-πονγκ της συζήτησης. Θυμίζει σκάκι… ίσως και λίγη σκηνοθεσία. Προφανώς ελάχιστα γνωρίζω γύρω από τη δημοσιογραφία. Σ’ αυτή τη φάση αυτό θέλω όμως να κάνω, έχω τεράστια περιέργεια ως άνθρωπος… μπορεί όμως μια μέρα να το αφήσω και αυτό, το είχα ήδη «δεχθεί» από την αρχή.
– Τι θα ήθελες να πεις σ’ ένα παιδί 15 χρόνων που σε διαβάζει τώρα;
Θα έλεγα ότι πρέπει να ασχολείται και το ψάχνει όσο μπορεί έχοντας ανοιχτές τις κεραίες του διαρκώς. Δεν χρειάζεται να τρελαθεί με το μέλλον του, αλλά ούτε και να το αφήσει στην τύχη του. Πραγματικά όμως και εγώ κάθε μέρα βρίσκω τον δρόμο μου. Κάθε μέρα αλλάζεις. Και νομίζω καλό είναι να δοκιμάζουμε. Γράψε ένα διήγημα, μπορεί να έχεις ταλέντο συγγραφέα και να μην το ξέρεις. Δεν ξέρεις τι θες να κάνεις γιατί συνήθως δεν το έχεις ψάξει αρκετά. Ταπεινά, πάντως, φρονώ ότι η ευτυχία βρίσκεται και μέσω άλλων οδών. Είδα πολλά παιδιά να θέλουν να σπουδάσουν το Χ, δεν πέρασαν, σπουδάζουν το Ψ και είναι και πάρα πολύ καλοί και ευτυχισμένοι. Αντλούν ικανοποίηση και χαρά από τη δουλειά τους. Ποτέ δεν ξέρεις πού θα βρεις αυτό που θέλεις. Μπορεί να το βρεις και τελείως τυχαία. Πάντως όσο ψάχνει κανείς μπαίνει και σε ράγες. Και προφανώς δεν πρόκειται να ξυπνήσει κάποιος μια τυχαία Τετάρτη πρωί και να πει «ναι, αυτό θέλω να κάνω, το βρήκα».
– Πώς πιστεύεις ότι θα μπορούσαν τα παιδιά να βοηθηθούν σ’ αυτό;
Νομίζω ότι είναι καλό ο άνθρωπος να έχει πρότυπα. Διάφορους ανθρώπους που θαυμάζει και θέλει να τους μοιάσει, να αποκτήσει τις αρετές τους. Μπορεί να είναι από τους γονείς του μέχρι τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή έναν αθλητή ή έναν πανεπιστημιακό. Όλοι οι πετυχημένοι άνθρωποι εμπνέουν και καθοδηγούν μια υπό διαμόρφωση προσωπικότητα. Και εκτιμώ ότι χρειαζόμαστε «νησίδες αριστείας», όπως άκουσα πρόσφατα τον Αλέξη Παπαχελά να λέει στον Κύκλο Ιδεών.
– Πάρι, μια τελευταία ερώτηση κλείνοντας. Πες μας έναν σκηνοθέτη που θα ήθελες να συναντήσεις και να κουβεντιάσετε.
Μου αρέσει αρκετά ο Γιώργος Λάνθιμος. Το σινεμά του δεν είναι το αγαπημένο μου, ωστόσο έχει κάνει εξαιρετικές ταινίες. Θα ήθελα πολύ να ερευνήσω πώς αυτή η τόσο αντισυμβατική του ματιά στο σινεμά κρύβει από πίσω της μια ήσυχη και αθόρυβη προσωπικότητα. Γενικά εκτιμώ βαθύτατα όσους συνδυάζουν ευφυΐα, παιδεία, ήθος, θάρρος της γνώμης, ελευθεροστομία ακόμα και αν φτάνει στην αθυροστομία. Ανθρώπους που αξίζει να συνομιλείς μαζί τους επειδή έχουν κάτι διαφορετικό να σου πουν. Τα αντικομφορμιστικά μυαλά εν γένει. Όπως είναι ο Ρένος Αποστολίδης. Θα ήθελα πολύ να τον είχα συναντήσει.